Κάθε καλοκαίρι η νησιωτική Ελλάδα –και κατ’ επέκταση ο τουρισμός μας– ζουν με τον κίνδυνο της λειψυδρίας. Ποια είναι τα πρόσφατα δεδομένα γύρω από το ζήτημα και σε ποιο βαθμό το επηρεάζει η κλιματική αλλαγή;

Σχεδόν σε όλους όσοι έχουν βρεθεί σε κυκλαδίτικο νησί έχει συμβεί το νερό ξαφνικά να κόβεται κατά τη διάρκεια του ντους. Σε τουριστικά νησιά της χώρας πολλές φορές παρατηρείς τη χαρακτηριστική σήμανση που ενημερώνει και ευαισθητοποιεί σχετικά με την αλόγιστη κατανάλωση του νερού. Βέβαια, είναι ελάχιστοι όσοι λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις συγκεκριμένες προειδοποιήσεις.

Η ραγδαία αύξηση του τουρισμού, η μείωση των βροχοπτώσεων, οι ακραίες μετεωρολογικές μεταβολές αλλά και η κακή διαχείριση των υδάτινων πόρων είναι οι βασικοί παράγοντες που οδηγούν πολλές περιοχές στην αναζήτηση εναλλακτικών πηγών ύδρευσης.

Επιπρόσθετα, η αυξημένη κατανάλωση νερού σε τουριστικές μονάδες με πισίνες ή γήπεδα γκολφ, που όμως δεν διαθέτουν συστήματα εξοικονόμησης, ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης νερού, αλλά και γενικότερα η οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών διαμόρφωσε νέες συνθήκες στη χρήση των υδάτινων πόρων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από δέκα χρόνια η συνολική κατανάλωση για τα νησιά του Αιγαίου ετησίως καλυπτόταν κατά 80% με υπόγεια ύδατα, κατά 4% με ταμιευτήρες, κατά 4% με αφαλάτωση και κατά 1% με μεταφορά νερού από άλλες περιοχές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από δέκα χρόνια η συνολική κατανάλωση για τα νησιά του Αιγαίου ετησίως καλυπτόταν κατά 80% με υπόγεια ύδατα, κατά 4% με ταμιευτήρες, κατά 4% με αφαλάτωση και κατά 1% με μεταφορά νερού από άλλες περιοχές.

Μάλιστα, στο κοντινό παρελθόν αρκετές νησιωτικές περιοχές στην Ελλάδα έρχονταν συχνά αντιμέτωπες με το πρόβλημα της λειψυδρίας, αφού η γραφειοκρατία δημιουργούσε πολλά εμπόδια.

Είναι σαφές ότι η ανομβρία, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερα αυξημένη προσέλευση τουριστών στα νησιά μπορεί να προκαλέσει οποιαδήποτε στιγμή σοβαρό πρόβλημα, γι’ αυτό το καλοκαίρι κρίνεται ως περίοδος αυξημένης επαγρύπνησης για τη νησιωτική Ελλάδα.

Χαρακτηριστικά είναι όσα μας αναφέρει ο διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κώστας Λαγουβάρδος, ο οποίος υποστηρίζει:

«Πράγματι, φέτος είχαμε ελάχιστες βροχές σε περιοχές όπως οι Κυκλάδες και η Κρήτη. Ευτυχώς, στο νησί της Κρήτης η κατάσταση βελτιώθηκε κάπως γιατί υπήρξαν κάποιες βροχοπτώσεις τον Ιούνιο, όμως στις Κυκλάδες το πρόβλημα παραμένει.

Σύμφωνα με τα δικά μας ποσοτικά στοιχεία, είναι ενδεικτική η περίπτωση της Νάξου, ενός ορεινού νησιού. Αν συγκρίνουμε την περίοδο Σεπτεμβρίου 2017 – Ιουνίου 2018 με τις αντίστοιχες πέντε προηγούμενες περιόδους, θα διαπιστώσουμε ότι φέτος ο σταθμός κατέγραψε 196 χιλιοστά, ενώ το 2014 ή το 2015 είχαμε ακόμη και 500 χιλιοστά. Πρόκειται για τη χαμηλότερη ποσότητα υδάτων των τελευταίων έξι ετών.

Επίσης, ένα άλλο παράδειγμα αφορά τον σταθμό της Μυκόνου, στον οποίο καταγράψαμε 150 χιλιοστά, έναν αριθμό πάρα πολύ χαμηλό, ειδικά για τις ανάγκες του νησιού. Παράλληλα, για την Ηρακλειά μετρήσαμε 260 χιλιοστά, τη Μήλο 299 και την Ίο 146.

Πάντως, αξίζει να επισημάνουμε πως η κλιματική αλλαγή έχει επιδεινώσει σημαντικά τη λειψυδρία, αφού είναι δεδομένο ότι οι βροχοπτώσεις θα μειώνονται διαρκώς. Θεωρώ ότι το πρόβλημα θα γίνει εντονότερο από την επόμενη χρονιά και μετά, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντική η ύπαρξη σταθμών ώστε να συλλέγουμε αριθμητικά στοιχεία τα οποία θα βοηθούν τις τοπικές αρχές να ενημερώνονται και να προνοούν με τις κατάλληλες λύσεις».

Ακόμα και σήμερα, για την υδροδότηση ειδικά των άνυδρων νησιών έχει επικρατήσει η λύση της μεταφοράς νερού με υδροφόρα πλοία.

Ακόμα και σήμερα, για την υδροδότηση ειδικά των άνυδρων νησιών έχει επικρατήσει η λύση της μεταφοράς νερού με υδροφόρα πλοία. Για παράδειγμα, στις Κυκλάδες υδροδοτούνται με πλωτά μέσα νησιά όπως η Αμοργός, τα Κουφονήσια, η Κίμωλος, η Ηρακλειά και η Σχοινούσα.

Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, από τις αρχές του 2018 εκτιμάται ότι οι υδροφόρες έχουν μεταφέρει πάνω από 50.000 κυβικά νερού. Βέβαια, δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν την ποιότητα του μεταφερόμενου νερού εξαιρετικά αμφίβολη, ενώ, όπως υπογραμμίζουν πολλοί ειδικοί, είναι μια επιλογή εξαιρετικά κοστοβόρα, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι στα νησιά του Αιγαίου να στρέφονται στην αγορά εμφιαλωμένου νερού.

Οι προηγμένες μονάδες αφαλάτωσης θαλασσινού νερού αποτελούν την πλέον δόκιμη λύση για την αντιμετώπιση του προβλήματος της ποιότητας αλλά και της ανεπάρκειας νερού σε δήμους, στη βιομηχανία και σε ξενοδοχειακές μονάδες.

«Η διαχείριση του πόσιμου ύδατος αποτελεί μια αδιάκοπη πρόκληση, η οποία, εάν δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το σύνολο της θερινής τουριστικής περιόδου» τονίζει ο κ. Λαγουβάρδος.

Ας εξετάσουμε τη Μύκονο, έναν τόπο που αποτελεί την κορωνίδα του ελληνικού τουρισμού, γι’ αυτό και οι καθημερινές ανάγκες σε νερό είναι ζωτικής σημασίας να καλύπτονται απρόσκοπτα. Εξού και η λύση που εφαρμόζεται στο τουριστικό θέρετρο είναι εκείνη των μονάδων αφαλάτωσης.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης και Αποχέτευσης Μυκόνου (ΔΕΥΑΜ), παρά τη συνεχή λειτουργία των πέντε μονάδων αφαλάτωσης, λόγω των περιορισμένων βροχοπτώσεων και των υψηλών θερμοκρασιών (εξάτμιση), γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, και ιδίως τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, η ζήτηση σε νερό από το δίκτυο της ΔΕΥΑΜ αυξάνεται κατακόρυφα.

Όπως δηλώνει στη LiFO ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΜ κ. Μιχάλης Ζουγανέλης, «αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που διενεργήθηκε για λογαριασμό της ΔΕΥΑΜ, διαπιστώθηκε πως η χρονιά που πέρασε ήταν η χειρότερη της τελευταίας δεκαετίας σε επίπεδο βροχοπτώσεων και συνεπώς συλλογής νερού. Γι’ αυτό τον λόγο φροντίζουμε ώστε όλοι στο νησί να λαμβάνουν τα προτεινόμενα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος μέσω της εξοικονόμησης υδάτινων πόρων ‒ σε περίπτωση αλόγιστης κατανάλωσής τους επιβάλλονται πρόστιμα.

Από τις αρχές του 2016 είχαμε ξεκινήσει τη διαδικασία προμήθειας δύο μονάδων αφαλάτωσης 2.000 κυβικών την ημέρα. Δυστυχώς, λόγω γραφειοκρατίας οι συγκεκριμένες μονάδες ήταν έτοιμες τον περασμένο Μάρτιο. Αυτήν τη στιγμή ο διαγωνισμός προχωρά κανονικά. Φυσικά, αυτό δεν είναι κάτι που θα μας σώσει από τη λειψυδρία αλλά θα συμβάλει στην επίλυση μελλοντικών προβλημάτων.

Ταυτόχρονα, φροντίσαμε να προκηρύξουμε έναν διαγωνισμό αγοράς νερού 2.500 κυβικών την ημέρα μέσω αφαλατώσεων, ο οποίος θα είναι έτοιμος τις επόμενες μέρες. Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και το 2014, όταν είχαν παρατηρηθεί αντίστοιχα προβλήματα.

Ο πλωτός σταθμός αφαλάτωσης της Ηρακλειάς. Φωτο: Eurοkinissi.

Σήμερα, βέβαια, η μόνη συνεισφορά του κρατικού μηχανισμού στη Μύκονο ήταν ένα ποσό 100.000 ευρώ, χρήματα που δεν φτάνουν ούτε για τις βίδες στις μονάδες αφαλάτωσης. Για να αντιληφθείτε τα μεγέθη, η Μύκονος χρειάζεται καθημερινά 8.500 κυβικά νερού και εμείς, με τις έξι μονάδες αφαλάτωσης που έχουμε, παρέχουμε 9.000 κυβικά ‒ μια αύξησης της τάξης του 20-25% σε σχέση με πέρσι.

Ευτυχώς, όλες οι μονάδες λειτουργούν κανονικά, απλώς, επειδή μιλάμε για μηχανήματα, ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκύψει κάποιο πρόβλημα. Το ζήτημα είναι ότι δεν έχουμε καμία βοήθεια από το κράτος και όσα γίνονται οφείλονται σε ίδια κεφάλαια. Πρέπει όλοι οι αρμόδιοι φορείς να άρουν άμεσα τα γραφειοκρατικά εμπόδια που καθυστερούν το θέμα της αφαλάτωσης».

Τέλος, στην Ηρακλειά το ζήτημα με την τοποθέτηση και τη λειτουργία νέας μονάδας αφαλάτωσης έχει εξελιχθεί σε περίπλοκη διαδικασία γραφειοκρατικών προβλημάτων και αναίτιας καθυστέρησης. Ο πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας Ηρακλειάς, Πέτρος Γαβαλάς, επιβεβαιώνει στη LiFO την καθυστέρηση της παράδοσης του σημαντικού έργου, αλλά μας ανακοινώνει ότι σε λίγες μέρες θα είναι έτοιμη η μονάδα αφαλάτωσης.

«Μόνο τότε θα μπορούμε να γλιτώσουμε από τη μεγάλη ανησυχία μήπως μείνουμε χωρίς νερό κατά τη διάρκεια του Αυγούστου και δημιουργηθούν προβλήματα στα καταλύματα. Πολλές φορές στο παρελθόν είχαμε αντιμετωπίσει προβλήματα λειψυδρίας και ακόμη και σήμερα εξυπηρετούμαστε από την υδροφόρα, που έχει ιδιαίτερα υψηλό κόστος για το ελληνικό κράτος».

Πηγή: www.lifo.gr